Μία μικρή πόλη - περιφέρεια νότια των Βρυξελλών, που μετά... βίας ξεπερνάει τους 50.000 κατοίκους, έμελλε να γίνει το κέντρο του ποδοσφαίρου της χώρας. Στην Φόρεστ ή Βορστ (ολλανδικά λόγω φλαμανδικής προέλευσης) εδρεύει η Ουνιόν Σεν Ζιλουάζ που αυτή την φορά όχι μόνο έφτασε στην πηγή… αλλά ξεδίψασε για τα καλά.
Μια ομάδα με μεγάλη ιστορία, η πιο πετυχημένη πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο Βέλγιο, που μετράει 127 (!) χρόνια ζωής και μέχρι χθες 11 πρωταθλήματα, αλλά όλα μέχρι το 1935, έμελλε να πανηγυρίσει ξανά μετά από 90 ολόκληρα χρόνια. Κι όμως αυτή η ομάδα… βολόδερνε στις χαμηλές κατηγορίες, μέχρι τον Μάρτιο του 2021 που κατάφερε να εξασφαλίσει την άνοδο στην μεγάλη κατηγορία. Το 1973 υποβιβάστηκε για πρώτη φορά στην ιστορία της στη β΄κατηγορία της χώρας. Για να επιστρέψει στα μεγάλα «σαλόνια» της πήρε 48 ολόκληρες σεζόν.
Πολλοί μίλησαν για… πυροτέχνημα, ωστόσο από την πρώτη σεζόν η Ουνιόν έσπευσε να τους διαψεύσει. Για τρία συνεχόμενα χρόνια διεκδίκησε το πρωτάθλημα Βελγίου, έφτανε στην πηγή, αλλά νερό δεν έπινε. Λίγο η απειρία, λίγο το άγχος, δεν της επέτρεπαν να διατηρηθεί στην κορυφή ως το τέλος.
Όλα αυτά μέχρι φέτος, που η ομάδα του φιλόδοξου κόουτς Ποκονιόλι μπήκε ως 3ο αουτσάιντερ στα πλέι οφ και χωρίς να έχει το «πρέπει» και το βάρος του φαβορί, τερμάτισε αήττητη το μίνι πρωτάθλημα και κατέκτησε δικαιότατα τον τίτλο κόντρα σε Κλαμπ Μπριζ και Γκενκ που το διεκδικούσαν επίσης.
Τίποτα ωστόσο δεν ήρθε τυχαία. Άλλωστε η Ουνιόν έφτασε μέχρι τα προημιτελικά του Europa League πρόπερσι και μέχρι την φάση των «16» του Europa Conference League πέρυσι. Ο Φελίς Μααζού την ανέβασε στην μεγάλη κατηγορία, Γκέραερτς και Μπλεσίν συνέχισαν το έργο του και διεκδίκησαν τον τίτλο και τελικά τα κατάφερε ο Ποκονιόλι που την ανέλαβε τον περασμένο Ιούλιο.
Τα χρήματα δεν φέρνουν πάντοτε την ευτυχία
Από το 2021 μπορεί πάντα να διαθέτει μικρότερο μπάτζετ από τους αντιπάλους της, αλλά το ιδιαίτερο στυλ ποδοσφαίρου και το νεανικό ρόστερ την καθιστούσε πάντα ανταγωνιστική. Φέτος για παράδειγμα είχε το 4ο
μπάτζετ, πίσω από Κλαμπ Μπριζ, Γκενκ και Άντερλεχτ. Είχε μέσο όρο ηλικίας τα 25,3 έτη, έπαιξε κατά διαστήματα σύγχρονο και επιθετικό ποδόσφαιρο, με βασικές αρχές την άμεση πίεση στον αντίπαλο όταν χάνεται η μπάλα.
Μέσα σε αυτή την τετραετία το τμήμα σκάουτινγκ πήρε… άριστα. Έφερνε παίκτες με μικρή χρηματιστηριακή αξία, άγνωστους στο ευρύ κοινό και τους… μοσχοπουλούσε. Μόνο 12 εξ αυτών των παικτών έφεραν στα ταμεία της ομάδας κοντά στα 100 εκατομμύρια ευρώ, με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα ο Μπόνιφεϊς (22 εκατομμύρια ευρώ στη Λεβερκούζεν), ο Αμουρά (15 εκατομμύρια ευρώ στην Βόλφσμπουργκ) και ο Πουέρτας (15 εκατομμύρια ευρώ στην Αλ Καντσία). Τον πρώτο τον αγόρασαν με 6 εκατομμύρια ευρώ από την Μπόντο Γκλιμιτ, τον δεύτερο με 4 εκατομμύρια ευρώ από το Λουγκάνο και τον τρίτο με 1,2 εκατομμύρια ευρώ από την Λωζάνη. Συνολικά ξόδεψαν περίπου 45 εκατομμύρια ευρώ για μεταγραφές και έβαλαν στα ταμεία τους πάνω από 100 εκατομμύρια ευρώ, την τελευταία 4ετία! Και έπεται και συνέχεια με δύο μεγάλες φετινές αποκαλύψεις. Τον φορ Ιβάνοβιτς (στη φωτό με τους μάνατζερ του και τον τεχνικό διευθυντή της ομάδας) τον απέκτησαν 4 εκατομμύρια ευρώ από την Ριέκα, πέτυχε 24 γκολ και έδωσε 9 ασίστ και θα τον πουλήσουν σίγουρα πάνω από 20 εκατομμύρια ευρώ (λόγω και του νεαρού της ηλικίας του). Τον έτερο φορ Ντέιβιντ (υπογράφει στη φωτό), τον Καναδό, που πέτυχε 24 γκολ και είχε 5 ασίστ, τον απέκτησαν με μόλις 400 χιλιάδες ευρώ (!) από την εσθονική Νόμε Κάλιου και αναμένεται να φέρει και αυτός… αρκετά εκατομμύρια ευρώ στα ταμεία του συλλόγου. Από κοντά και ο Ιάπωνας στόπερ Μασίντα, ο Αφρικανός χαφ Σαντίκι και ο Ισπανός χαφ Κάστρο Μόντες. Όπως βλέπετε δεν θέλει κόπο… αλλά τρόπο.