Αν οι μεταγραφές του ΠΑΟΚ γίνουν και φέτος με τη γνωστή... χρονοκαθυστέρηση και αν αποκτηθούν παίκτες της ποιότητας που έχουμε συνηθίσει, τα 100α γενέθλια από την ίδρυση του συλλόγου θα είναι ελάχιστα πιθανό να γιορταστούν με χαρά και με ενθουσιασμό.
Ήδη, από τις πρώτες κινήσεις, έχω προσωπικά την αίσθηση ότι ο ΠΑΟΚ θα “βολευτεί” πάλι με ταπεινές επιλογές οι οποίες δεν θα πείθουν ούτε αυτούς που τις εμπνεύστηκαν ότι θα δημιουργήσουν μια ομάδα ικανή να κατακτήσει κι άλλους τίτλους στην Ελλάδα και να διακριθεί στην Ευρώπη.
Οταν αρχίζουν οι προσπάθειες στις μεταγραφές με τη... φούρια να αγοραστεί ο Μεϊτέ, με το να ανανεώσει ο Οτο και με το να συνεχίσει ο Τάισον αλλά με μειωμένο χρόνο συμμετοχής και μειωμένες αποδοχές, με συγχωρείτε πολύ, αλλά δεν μπορώ να είμαι αισιόδοξος. Το “κόλλημα” του Λουτσέσκου με τον Μεϊτέ, οι πολύ χαμηλές απαιτήσεις από τον δεξιό πλάγιο μπακ και η ανώφελη αγωνιστικά επίδειξη σεβασμού και αγάπης στον Τάισον, μου δείχνουν ότι δεν υπάρχει η οικονομική άνεση για αληθινά ποιοτικές μεταγραφές και ότι ο Λουτσέσκου θα υπηρετήσει για μια ακόμη φορά τη μετριότητα με την πεποίθηση ότι είναι μάγος και μπορεί να βγάζει κάθε χρόνο λαγούς από τα μανίκια.
Δεν γίνεται να θέλεις να γίνεις πρωταθλητής με Οτο και Σάστρε, όταν κανείς από τους δύο δεν γεμίζει το μάτι κανενός.
Δεν γίνεται να θεωρείς ακρογωνιαίο λίθο για το κέντρο σου έναν βαρύ, ασήκωτο και εντελώς ακίνδυνο για την αντίπαλη εστία χαφ όπως ο Μεϊτέ.
Δεν γίνεται να δεσμεύεις μια θέση με τον Τάισον, ο οποίος, δυστυχώς, έδειξε ήδη ότι περνάει στο κλαμπ των βετεράνων. Δεν είναι, όμως, αφύσικο. Το επιβάλλει η ηλικία του. Τον χρόνο δεν τον νίκησε ποτέ κανείς. Αρα, ναι, να κάνουμε το παν για να δείξουμε την ευγνωμοσύνη μας στον αξιολάτρευτο Τάισον. Ναι, είναι αδύνατο να ξεχάσουμε την προσφορά του. Ναι, είναι αδύνατο να σβηστεί από τη μνήμη μας το γκολ στο 1-2 με τον Αρη που χάρισε στον ΠΑΟΚ ένα απίστευτα μάγκικο Πρωτάθλημα. Ομως, τι πάει να πει “μείνε, αλλά θα παίζεις λίγο και θα πληρώνεσαι λίγα;”. Ή είναι χρήσιμος αγωνιστικά ένας παίκτης, ή δεν είναι. Αυτό δεν εξαρτάται από το πόσα θα παίρνει. Ο Τάισον, λοιπόν, δεν είναι πια χρήσιμος. Οπως δεν ήταν φέτος ο Βιειρίνια.
Ακόμη, δεν γίνεται να αναζητάς έναν αριστερό μπακ ως αναπληρωματικό του Μπάμπα αντί να αναζητάς έναν καλύτερο από τον Μπάμπα. Ούτε γίνεται να καταλήγεις σε ό,τι νάναι λύσεις για να βρεις έναν ικανό σέντερ φορ, όπως συνέβη πέρσι και ένας Θεός ξέρει αν θα συμβεί και φέτος.
Επίσης, ένας Θεός ξέρει και πότε θα έχουν ολοκληρωθεί οι μεταγραφικές κινήσεις. Κανείς και ποτέ στον ΠΑΟΚ, επί Ιβάν Σαββίδη, δεν κατάφερε να παραδώσει στον εκάστοτε προσπονητή ένα ρόστερ συμπληρωμένο κατά 90% με την έναρξη της προετοιμασίας.
Κάθε καλοκαίρι ζούμε τον ίδιο παραλογισμό. Η θεωρία να λέει ότι ο ΠΑΟΚ επείγεται για να προλάβει να δώσει ενισχυμένος τους πρώτους κρίσιμους ευρωπαϊκούς αγώνες και στην πράξη να δίνει αυτούς τους αγώνες με την... περσινή ομάδα. Από τη μια να θέλεις να μπεις Τσάμπιονς Λιγκ και από την άλλη να μην υπηρετείς καθόλου αυτόν τον στόχο φροντίζοντας να έχεις έτοιμη και όσο το δυνατόν περισσότερο ενισχυμένη μια ομάδα η οποία θα δώσει τη μάχη στους προκριματικούς γύρους.
Το περσινό παράδειγμα ήταν εξίσου τραγικό με όσα είχαν προηγηθεί σε όλες τις θερινές μεταγραφικές περιόδους, αλλά πολύ πιο ακατανόητο και... εκνευριστικό, με δεδομένο ότι ο πρωταθλητής ΠΑΟΚ είχε τη δυνατότητα να περάσει στην κύρια φάση του Τσάμπιονς Λιγκ με τρεις προκρίσεις χωρίς να αντιμετωπίσει κάποια μεγαθήρια. Αυτή την πρόκριση τη διεκδίκησε κόντρα στην Μπόρατς Μπάνια Λούκα και τη Μάλμε. (Αν περνούσε το εμπόδιο της Μάλμε θα έπαιζε και με τον νικητή του ζευγαριού Στεάουα Βουκουρεστίου-Σπάρτα Πράγας). Στο πρώτο ματς της σεζόν, λοιπόν, με την Μπόρατς στην Τούμπα (3-2), έπαιξαν οι Κοτάρσκι, Εκόνγκ, Κουλιεράκης, Σάστρε, Μπάμπα, Οζντόεφ (68′ Καμαρά), Σβαμπ (85′ Τσιγγάρας), Ντεσπόντοφ (68′ Ζίβκοβιτς), Μουργκ (60′ Κωνσταντέλιας), Τάισον, Μπράντον (68′ Σαμάτα). Δηλαδή, σε σχέση με την ομάδα της προηγούμενης σεζόν, ο ΠΑΟΚ είχε ενισχυθεί με τα... 22 λεπτά της συμμετοχής του Καμαρά. Ηταν ο μόνος που αποκτήθηκε εγκαίρως και έκανε κανονικά από την αρχή προετοιμασία από τους παίκτες που προορίζονταν για τον κύριο κορμό. Στον πάγκο είχαν καθίσει ο Τσιφτσής και ο Θυμιάνης, ακόμη δύο νέα πρόσωπα δηλαδή, τα οποία, όμως, σε όλη τη σεζόν που ακολούθησε ήταν σα να μην υπήρχαν. Στη ρεβάνς με την Μπόρατς στη Βοσνία (0-1) εμφανίστηκε ο Οτο, οποίος μόλις είχε... κατεβεί από το αεροπλάνο και για άλλα 28 λεπτά έπαιξε στο τέλος πάλι ο Καμαρά.
Στον πρώτο αγώνα με τη Μάλμε, στη Σουηδία (2-2), ο Λουτσέσκου δεν τόλμησε να αρχίσει το ματς ούτε με τον Οτο, ούτε και με κανένα άλλο νέο πρόσωπο. Επαιξαν Κοτάρσκι, Σάστρε, Κεντζιόρα, Κουλιεράκης, Μπάμπα, Σβαμπ (73’ Καμαρά), Οζντόεφ, Ζίβκοβιτς (73’ Ντεσπόντοφ), Κωνσταντέλιας (83’ Μουργκ), Τάισον, Μπράντον (69’ Τισουντάλι). Δηλαδή, η ενίσχυση ήταν εδώ τα 17 λεπτά του Καμαρά και τα 21 του Τισουντάλι.
Στην καταστροφική ρεβάνς της Τούμπας (3-4 στην παράταση) ο Λουτσέσκου έβαλε από την αρχή τον Καμαρά και τον άφησε και στα 120 λεπτά (ενώ μέχρι τότε δεν τον θεωρούσε ικανό να παίξει πάνω από μισάωρο) και αυτός ήταν πάλι το μοναδικό νέο πρόσωπο που ενίσχυσε τον ΠΑΟΚ στην προσπάθεια να περάσει σε κύρια φάση του Τσάμπιονς Λιγκ για πρώτη φορά στα χρονικά. Στο 101΄είχε μπει ο Τσιουντάλι και στο 73΄ο Τσάλοφ, αλλά και οι δύο ήταν εντελώς ανέτοιμοι, αφού ακόμη προσπαθούσαν να καταλάβουν πού ακριβώς βρίσκονται.
Με απλά λόγια, ο ΠΑΟΚ έπαιξε από οικονομική (και όχι μόνο) άποψη όλη τη χρονιά ενισχυμένος με... ολίγη από Καμαρά και κανέναν άλλο παίκτη. Ολες οι υπόλοιπες μεταγραφικές κινήσεις είχαν γίνει καθυστερημένα. Ούτε ο Οτο, ούτε ο Τισουντάλι, ούτε ο Τσάλοφ ήταν δυνατόν να προσφέρουν. Ούτε, βέβαια, ο Θυμιάνης και ο Τσιφτσής, των οποίων η απόκτηση αποδείχτηκε τελικά άσκοπη, χωρίς κανένα νόημα.
Κρατώ πάρα πολύ μικρό καλάθι και για τα φετεινά πεπραγμένα στο μεταγραφικό μέτωπο. Λέω, όμως, όπως έλεγα φωναχτά και πέρσι, ότι ο ΠΑΟΚ χρειάζεται γενναία ενίσχυση. Και σε ποιότητα και σε αριθμό μεταγραφών. Πρέπει να γίνουν ΠΟΛΛΕΣ μεταγραφές και να είναι ΟΛΕΣ ποιοτικές.
Με απόντα τον Κοτάρσκι, που είναι δεδομένο ότι θα πουληθεί, προσωπικά βλέπω απολύτως απαραίτητους στην ομάδα τρία δικά της παιδιά, τον Κωνσταντέλια, τον Μιχαηλίδη και τον Κωττά (μακάρι να προωθηθούν κι άλλοι νεαροί) και από εκεί και πέρα μόνο δύο από τους υπόλοπους παίκτες. Τον Ζίβκοβιτς και τον Μπάμπα. Αντε να δεχτώ ότι μία λογική έχει η ύπαρξη του Κεντζιόρα και του Καμαρά, άντε να δεχτώ και ότι ίσως δούμε κάτι περισσότερο από τον Σορετίρε, πάω στους 8 παίκτες. Συν δύο τερματοφύλακες, που πρέπει βέβαιοα να είναι και οι δύο πάρα πολύ καλοί, σύνολο 10.
Αν ήταν στο χέρι μου, θα έπαιρνα 15-20 παίκτες, που όλοι θα έπρεπε να είναι υψηλού επιπέδου. Ακούγεται υπερβολικό, αλλά ελάτε τώρα. Αν θέλεις έναν μεγάλο ΠΑΟΚ, φαβορί των τίτλων στην Ελλάδα και μόνιμο θαμώνα των σαλονιών του Τσάμπιονς Λιγκ, δεν μπορείς να τον έχεις με Λόβρεν, Κόλει, Γκμόμες, Οτο, Σάστρε, Βιετέσκα, Θυμιάνη, Μπακαγιόκο, Οζντόεφ, Μεϊτέ, Σαμάτα, Τισουντάλι, Τσάλοφ. Ελεος δηλαδή...
Δεν μπορείς να έχεις έναν τέτοιο ΠΑΟΚ ούτε και με Σβαμπ (ακόμη ένας αγαπητός και αξιοσέβαστος παίκτης, αλλά βετεράνος πλέον), ούτε με Πέλκα (το ίδιο...), ούτε με Μπράντον (αξιοσεβάστος επίσης, συνδεδεμένος για πάντα με το Πρωτάθλημα του 2024, αλλά έδειξε ότι δεν έχει να δώσει κάτι άλλο από τα λίγα που έτσι κι αλλιώς έδινε), ούτε και με Ντεσπόντοφ, που αρνείται πεισματικά να δικαιώσει όσους τον πιστεύουν, αλλά και τον ίδιο τον εαυτό του.
Το ζήτημα είναι αν η διάθεση και η οικονομική άνεση του Ιβάν μπορούν να υπηρετήσουν τη δημιουργία ενός τέτοιου ΠΑΟΚ. Φοβάμαι πως όχι. Και δεν το βρίσκω παράλογο. Οσο κι αν θέλει κανείς να θεωρεί τον εαυτό του μαξιμαλιστή και να λέει ότι θέτει πάντα υψηλούς στόχους, δεν είναι υποχρεωτικό να μπορεί και να τους υλοποιήσει. Ειδικότερα αν μιλάμε για το ποδόσφαιρο, το οποίο απαιτεί και χρήμα και γνώση και οργάνωση και επιλογή ικανών συνεργατών και, και, και...
Ιδωμεν. Μακάρι να έχουμε ευχάριστες εκπλήξεις. Μακάρι η επέτειος των 100 χρόνων να αποτελέσει πράγματι μια ολόλαμπρη γιορτή και να μη δώσει την αφορμή για το “ανάθεμα” που παρασέρνει τους πάντες όταν η αποτυχία προκαλεί την επικίνδυνη δίνη της εσωστρέφειας...