Ο Άγγελος Μπασινάς εκτέλεσε το κόρνερ, ο Άγγελος Χαριστέας πήρε την κεφαλιά και έστειλε την μπάλα στα δίχτυα. Το κάρφωσε, όπως φώναξε ο Γιώργος Χελάκης στη μετάδοση! Το ημερολόγιο έγραφε 4 Ιουλίου 2004 και η Εθνική Ελλάδος είχε στεφθεί πρωταθλήτρια Ευρώπης! Απίθανο; Και, όμως, έγινε αληθινό!
Ήταν καλοκαίρι του 2004 όταν η καρδιά της Ελλάδας άρχισε να χτυπάει σε ρυθμούς που κανείς δεν είχε φανταστεί. Εκεί, κάτω από τα φώτα του «Ντα Λουζ», η γαλανόλευκη άρχισε να λάμπει πιο φωτεινά από ποτέ. Στα γήπεδα της Πορτογαλίας ένα μικρό αλλά ατρόμητο σύνολο ποδοσφαιριστών έγραψε την πιο λαμπρή σελίδα της σύγχρονης αθλητικής ιστορίας της χώρας.
Μια ομάδα που ξεπέρασε κάθε προσδοκία, καταρρίπτοντας τα προγνωστικά, έγινε το σύμβολο της εθνικής υπερηφάνειας και του θαύματος. Ήταν η Ελλάδα που, μέσα σε μερικές μαγικές ημέρες, μετατράπηκε από αουτσάιντερ σε πρωταθλήτρια Ευρώπης, κερδίζοντας στον τελικό τη διοργανώτρια και φαντασμαγορική Πορτογαλία.
Τα συναισθήματα έμοιαζαν με πηγή που δεν σταματά να αναβλύζει, μικροί και μεγάλοι ήταν στους δρόμους και φώναζαν δυνατά για την αρμάδα του Ότο Ρεχάγκελ που γέμισε με δάκρυα τα μάτια ενός έθνους. Η ελληνική σημαία κυμάτιζε σε κάθε πόλη, νησί και χωριό, σε κάθε γωνιά αυτού του τόπου που έβλεπε τους «μεγάλους» να μιλούν με θαυμασμό και υπερηφάνεια για τους πολεμιστές του Γερμανού.
Και στην αρχή ακούγοντας το «σήκωσε το» γέλασες και είπες δεν μπορεί…
Το παραμύθι της Εθνικής Ελλάδας στο Euro 2004 άρχισε στις 12 Ιουνίου με αντίπαλο την οικοδέσποινα Πορτογαλία και κανείς δεν περίμενε αυτό που ακολούθησε. Ο Γιώργος Καραγκούνης με ένα δυνατό δεξί σουτ έξω από την περιοχή έστειλε την μπάλα στα δίχτυα δίνοντας το προβάδισμα στη γαλανόλευκη ενώ λίγο αργότερα ο Άγγελος Μπασινάς ευστόχησε από την άσπρη βούλα κάνοντας το 2-0. Η Εθνική ήταν τόσο καλά οργανωμένη, έμοιαζε σχεδόν να κάνει το… τέλειο παιχνίδι περιορίζοντας τις ενέργειες των Πορτογάλων. Ο Κριστιάνο Ρονάλντο μείωσε στο δεύτερο λεπτό των καθυστερήσεων αλλά δεν κατάφερε να μετριάσει τη χαρά του πρώτου τριπόντου στη διοργάνωση.
Τέσσερις ημέρες αργότερα η Ισπανία σφυροκόπησε για 90 λεπτά την άμυνα της Εθνικής αλλά δεν κατάφερε να πάρει τους τρεις βαθμούς. Ο Μοριέντες εκμεταλλεύτηκε τα διαδοχικά λάθη της άμυνας και έστειλε την μπάλα στα δίχτυα του Νικοπολίδη αλλά ο Τσιάρτας, που είχε μπει ως αλλαγή, έβγαλε διαγώνια μπαλιά 40 μέτρων για τον Χαριστέα, που νίκησε τον Κασίγιας και ισοφάρισε (1-1) καθιστώντας την γαλανόλευκη φαβορί για την πρόκριση.
Το τελευταίο ματς του ομίλου δεν ήταν σίγουρα για καρδιακούς. Η αδιάφορη Ρωσία κατάφερε να προηγηθεί με 2-0 στα πρώτα 20 λεπτά με τέρματα των Κιριτσένκο και Μπουλίκιν κάνοντας τους Έλληνες φιλάθλους να πιστέψουν ότι το εισιτήριο για την επόμενη φάση έκανε φτερά. Ο Ζήσης Βρύζας ήταν εκεί, όμως, για να βρει δίχτυα και σε συνδυασμό με τη νίκη της Πορτογαλίας επί της Ισπανίας με 1-0 να στείλει την Ελλάδα στα προημιτελικά.
«Au revoir France»
Στο «Ζοσέ Αλβαλάδε» Ζιντάν, Ανρί, Βιεϊρά, Μπαρτάζ, Λιζαραζού, Τρεζεγκέ ήξεραν ότι ήταν το μεγάλο φαβορί αλλά δεν μπορούσαν να μην υπολογίζουν μια ομάδα που είχε κερδίσει την Πορτογαλία και δυσκόλεψε την Ισπανία. Οι Έλληνες παίκτες μπήκαν στον αγωνιστικό χώρο χωρίς φόβο και γεμάτοι δίψα. Ο Θοδωρής Ζαγοράκης απέφυγε με εξαιρετική ντρίμπλα τον Λιζαραζού από τα δεξιά, έβγαλε μια σέντρα την κατάλληλη στιγμή και ο Χαριστέας με μια ασύλληπτη κεφαλιά παραβίασε την εστία του Φαμπιάν Μπαρτέζ και έδωσε την πρόκριση στη γαλανόλευκη.
Ο οδοστρωτήρας «Τσεχία» υπέκυψε
Ο επόμενος αντίπαλος έμοιαζε με εμπόδιο που δεν ξεπερνιέται. Οι Τσέχοι προερχόταν από τέσσερα νικηφόρα αποτελέσματα και είχαν μια αύρα ανίκητης δύναμης. Όμως το ποδόσφαιρο, όπως και η ζωή, κρύβει πάντα το απρόβλεπτο.
Ο τραυματισμός του Νέντβεντ στο πρώτο ημίχρονο και οι ευκαιρίες που έχασαν οι Μπάρος και Κόλερ στο δεύτερο έδειξαν ότι υπάρχει ελπίδα. Η κανονική διάρκεια βρήκε τις δύο ομάδες ισόπαλες χωρίς τέρματα και έδωσε την ευκαιρία στη γαλανόλευκη να πατήσει στα πόδια της και να εκμεταλλευτεί την καλή της τύχη και ένα κόρνερ.
Στο τελευταίο λεπτό του έξτρα χρόνου του πρώτου μέρους, ο Τσιάρτας εκτέλεσε από τη γωνία, βρήκε το κεφάλι του Τραϊανού Δέλλα που έστειλε την μπάλα στα δίχτυα και την Εθνική στον τελικό!
Το θαύμα έγινε
Εκείνο βράδυ κανείς δεν μπόρεσε να κοιμηθεί. Η Ελλάδα για πρώτη φορά στην ιστορία της βρισκόταν σε ένα τελικό και μπορεί τα προγνωστικά να μην ήταν υπέρ της αλλά είχε αποδείξει σε όλη τη διάρκεια της διοργάνωσης ότι δεν φοβάται, κάνει το παιχνίδι της και περιμένει.
Η χαρά και ο ενθουσιασμός ήταν έντονα στην κερκίδα. Η σκέψη της κατάκτησης του βαρύτιμου τροπαίου γοήτευε τη σκέψη κάθε φιλάθλου, που πίστευε ότι θα δει τον Θοδωρή Ζαγοράκη να το σηκώνει. Αντίπαλος η οικοδέσποινα Πορτογαλία. Μια ομάδα με αρχηγό τον Λουίς Φίγκο και μια ολόκληρη πόλη να φωνάζει υπέρ της στην κερκίδα έμοιαζε το απόλυτο φαβορί.
Το παιχνίδι άρχισε. Οι Πορτογάλοι προσπαθούσαν να διασπάσουν την σκληροτράχηλη άμυνα της Ελλάδας αλλά δυσκολευόταν αρκετά αναγκάζοντας τον Φελίπε Σκολάρι να κάνει αλλαγή στο 43ο λεπτό αντικαθιστώντας τον Μιγκέλ με τον Πάουλο Φερέιρα. Το πρώτο ημίχρονο βρήκε τις δύο ομάδες ισόπαλες χωρίς τέρματα. Οι γηπεδούχοι μπήκαν δυνατά και στο δεύτερο και κυνήγησαν το γκολ. Στο 57ο λεπτό, όμως, οι παίκτες του Ότο Ρεχάγκελ πήραν το προβάδισμα. Ο Άγγελος Μπασινάς έστησε την μπάλα στο κόρνερ, εκτέλεσε και ο Άγγελος Χαριστέας την έστειλε στα δίχτυα δίνοντας το προβάδισμα στην Ελλάδα και το έναυσμα στην κερκίδα να πανηγυρίσει.
Στα λεπτά που ακολούθησαν οι Πορτογάλοι είχαν την πρωτοβουλία, πίεζαν ασφυκτικά τη γαλανόλευκη άμυνα, ο Σκολάρι έριξε όλα τα χαρτιά του στο παιχνίδι αλλά η εστία του Αντώνη Νικοπολίδη έμεινε ανέπαφη. Ούτε το σουτ του Λουίς Φίγκο που πέρασε ελάχιστα δίπλα από το δοκάρι δεν μπορούσε να χαλάσει αυτό που ετοιμαζόταν να συμβεί.
Το τελευταίο σφύριγμα του Μάρκους Μερκ έδωσε σάρκα και οστά σε ένα όνειρο τρελό που φάνταζε εξωπραγματικό! Η Ελλάδα ήταν Πρωταθλήτρια Ευρώπης! Το μικρό αυτό σύνολο παικτών που δεν είχε τα αστέρα των υπολοίπων ομάδων της διοργάνωσης κατάφερε να κερδίσει δις την οικοδέσποινα και να πάρει το βαρύτιμο τρόπαιο.
Οι παίκτες του Ότο Ρεχάγκελ έτρεχαν σαν παιδιά που μόλις είχαν αγγίξει το πιο απίθανο όνειρο. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν, ούτε να μετρήσουν το μέγεθος του θαύματος που είχαν χαρίσει σε μια ολόκληρη πατρίδα. Στις εξέδρες, οι Έλληνες φίλαθλοι παραδομένοι στην έκσταση, έκλαιγαν, αγκαλιάζονταν, τραγουδούσαν για έναν εθνικό θρίαμβο. Ο Γιώργος Χελάκης ήταν αδύνατο να περιγράψει το τι είχε συμβεί μπροστά στα μάτια του. Και πίσω στην πατρίδα, η Ελλάδα είχε μετατραπεί σε ένα καζάνι που ξέσπασε σε κύματα υπερηφάνειας και συγκίνησης. Ήταν η στιγμή που ένα έθνος ένιωσε ότι μπορεί να ονειρεύεται ξανά.